Από την ίδρυση στην κωμόπολη του Μπορλάντζ, χάρη σε Κούρδους πρόσφυγες, μέχρι την άνοδο στο επαγγελματικό ποδόσφαιρο και τον προβιβασμό στη σουηδική Α’ Εθνική. Η ιστορία ενός συλλόγου που εδώ και 15 χρόνια φέρνει στο γήπεδο τις ελπίδες και τα όνειρα ενός λαού δίχως χώρα.
Όταν ο διαιτητής σφυρίζει για τρίτη και τελευταία φορά, τα άτομα στις μικρές εξέδρες του σταδίου Ντομναρβσβάλεν ξεχύνονται στον αγωνιστικό χώρο. Είναι ένα ακατάστατο και θορυβώδες πλήθος εφήβων, ανδρών, παιδιών και μερικών νεαρών κοριτσιών. Πανηγυρίζουν γιατίοι γηπεδούχοι μόλις κέρδισαν με την Γκάις, κατακτόντας έτσι την άνοδο στην Allsvenskan, την κορυφαία κατηγορία της Σουηδίας. Αγκαλιάζουν τους παίκτες, φωνάζουν συνθήματα για την ομάδα και πολλοί από αυτούς ανεμίζουν μια τρίχρωμη σημαία – κόκκινη, λευκή, πράσινη – με έναν λαμπερό ήλιο στο κέντρο. Είναι η σημαία του Ιρακινού Κουρδιστάν και εκείνο το απόγευμα του Σαββάτου της 28ης Οκτωβρίου 2017 δεν κυμάτιζει λόγω μιας νέας ήττας από το ISIS, αλλά λόγω αυτού που συνέβη στο γήπεδο. Γιατί η Ντάλκουρντ μόλις έγραψε μια καταπληκτική σελίδα ποδοσφαίρου. Το γκολ που πέτυχε στο 59ο λεπτό ο αρχηγός Ραβέζ Λαβάν είναι το κλειδί που ανοίγει τις πύλες του παραδείσου και εκπληρώνει το όνειρο ενός συλλόγου που γεννήθηκε μόλις 13 χρόνια νωρίτερα. Η ιστορία της Ντάλκουρντ ξεκινά το 2004 σε μια κωμόπόλη που ονομάζεται Μπορλάντζ, λίγο περισσότερες από 50.000 ψυχές στη νότια Σουηδία. Είναι μια σουηδική πόλη όπως πολλές άλλες με την μοντέρνα αρχιτεκτονική να αναμειγνύεται με τα κομψά σχήματα των παλαιότερων κτιρίων, με αυτή τη συνύπαρξη να βυθίζεται στη σκανδιναβική φύση που αποτελείται από έλατα και γρασίδια. Αλλά υπάρχει ζωντάνια στο Μπορλάντζ, γιατί υπάρχει μια ακμάζουσα μουσική σκηνή που βρίσκει έκφραση στο Indie Rock του Mando Diao ή σε φεστιβάλ όπως το Peace & Love που προσελκύει νέους απ’ όλη τη Σουηδία. Στο Μπορλάντζ, όπως και σε πολλές άλλες σουηδικές πόλεις, υπάρχουν επίσης διαφορετικές κοινότητες αλλοδαπών: Yπάρχουν εκείνοι που έφτασαν τη δεκαετία του ’90 από τη διχασμένη από τον εμφύλιο πόλεμο Γιουγκοσλαβία, εκείνοι που διέφυγαν από τη Σομαλία και εκείνοι που έρχονται από το Ιράκ ως πρόσφυγες. Όπως οι εννέα Κούρδοι νέοι που το 2004 αποφασίζουν να εκπληρώσουν ένα μικρό τους όνειρο, δηλαδή να ιδρύσουν έναν ποδοσφαιρικό σύλλογο που θα μπορέσει να βοηθήσει τα παιδιά των μεταναστών να μείνουν μακριά από μια προβληματική ζωή και να ενταχθούν σε μια πραγματικότητα όπως η σουηδική. Θα ονομάζεται Ντάλκουρντ και θα έχει ως σύμβολο τη σημαία του Ιρακινού Κουρδιστάν, αλλά με την προσθήκη δύο αλόγων ράτσας Ντάλαχαστ, φόρο τιμής στη σουηδική περιοχή που τους φιλοξενεί. Οι επίσημες εμφανίσεις είναι πράσινες. Σε σύντομο χρονικό διάστημα, από μια απλή σχολή ποδοσφαίρου, η Ντάλκουρντ γίνεται ένας πραγματικός σύλλογος, με τη δική του ομάδα ανδρών που αποτελείται από ένα μείγμα Σουηδών, Κούρδων και άλλων εθνικοτήτων. Η ιστορία αυτού του νεοσύστατου συλλόγου ξεκίνησε επίσημα το 2005, από το χαμηλότερο σκαλί της πυραμίδας του σουηδικού ποδοσφαίρου, από την Έκτη Κατηγορία. Και μιλάμε αμέσως για μια εκθαμβωτική αρχή: πρώτο πρωτάθλημα της ιστορίας της Ντάλκουρντ και πρώτη άνοδος. Η ομάδα που δημιουργήθηκε σχεδόν για πλάκα, κυριαρχεί στο πρωτάθλημά της και το 2006 βρίσκεται στην Πέμπτη Κατηγορία. Δεν προλαβαίνουν να προσαρμοστούν στο νέο πρωτάθλημα, γιατί έρχεται ακόμα μια πρώτη θέση στη βαθμολογία και μια ακόμη άνοδος. «Συμβαίνει στα χαμηλότερα πρωταθλήματα, αυτό δεν μπορεί να διαρκέσει πολύ» πιστεύουν πολλοί. Από την άλλη, στην τριετία 2007-2009 υπήρξαν ισάριθμες πρωτιές και ανόδους. Έτσι, στην αρχή της σεζόν του 2010, οι πράσινοι της Ντάλκουρντ παρουσιάζονται στη γραμμή εκκίνησης της Πρώτης Κατηγορίας, του τρίτου επιπέδου του σουηδικού ποδοσφαίρου. Αυτό που ξεκίνησε ως ένα έργο για να κρατήσει τα παιδιά μακριά από τις κακές παρέες, είναι τώρα ένας συνεχώς αναπτυσσόμενος σύλλογος που στοχεύει να καθιερωθεί στο τοπικό ποδόσφαιρο, αλλά κυρίως να είναι η «Εθνική Ομάδα» των Κούρδων της Σουηδίας. Οι πέντε συνεχόμενοι άνοδοι, μάλιστα, τραβάνε την προσοχή των μέσων ενημέρωσης, φέρνοντας όλο και περισσότερο κόσμο στη μικρή κωμόπολη του Μπορλάντζ και εξαπλώνοντας τη φήμη του συλλόγου πέρα από τα σύνορα της πόλης. Εν τω μεταξύ, μετά από ένα χρόνο “μαθητείας” στην Πρώτη Κατηγορία, η Ντάλκουρντ δείχνει έτοιμη για ένα ακόμη μεγάλο άλμα. Η σεζόν του 2011 έκλεισε με μια τέταρτη θέση που δεν ήταν αρκετή για την άνοδο, αλλά επέτρεψε στον σύλλογο να εγκατασταθεί στην κορυφή και να προσελκύσει νέους παίκτες. Όπως ο αμυντικός του Πέσραβ Αζίζι, που θα γίνει εμβληματικός αρχηγός του συλλόγου. Ο Πέσραβ ζει στη Σουηδία, αλλά γεννήθηκε στο Σουλεϊμανίγια, στο Ιρακινό Κουρδιστάν, ο πατέρας του είναι μαχητής Πεσμεργκά – οι αντάρτες απέναντι από το ISIS – και χωρίζει τη ζωή του μεταξύ του ποδοσφαίρου και της αφοσίωσης στον λαό του. Ειδικά στα χρόνια του πολέμου κατά του χαλιφάτου, ενώ το σουηδικό πρωτάθλημα είχε τελειώσει, άφησε τη Σκανδιναβική χερσόνησο για να «κατέβει» στο Κουρδιστάν του για να βοηθήσει πολλά αγόρια σαν κι αυτόν, που αναγκάστηκαν να πάρουν πολυβόλα στα χέρια τους για να αμυνθούν ενάντια στον εχθρό που κυματίζει τη μαύρη σημαία. Ενώ πολλοί συνάδελφοι ποδοσφαιριστές προτιμούν τη ζέστη του Ντουμπάι ή της Καραϊβικής, ο Πέσραβ ιδρύει φιλανθρωπικές οργανώσεις για να βοηθήσει τους ανθρώπους του. Αλλά στην ιστορία της ανόδου της Ντάλκουρντ δεν υπάρχει μόνο η αλληλεγγύη του Πέσραβ, υπάρχουν και άλλοι ήρωες. Ίσως είναι λιγότερο ρομαντικοί, αλλά είναι καθοριστικοί για την ανάπτυξη του συλλόγου. Τα ονόματά τους είναι Σαρκάτ και Κάβα Γιουνάντ, δύο αδέρφια, Κούρδοι, αλλά πάνω από όλα ιδιοκτήτες μιας εταιρείας τηλεπικοινωνιών που τους αποφέρει εκατομμύρια κορώνες. Το 2016 αυτό το δίδυμο αγόρασε το 49% των μετοχών του συλλόγου, το οποίο έρχεται από ένα άλλο εκπληκτικό κατόρθωμα, την άνοδο στο Superetten, του δεύτερου επιπέδου του σουηδικού ποδοσφαίρου. Είναι απλώς ο πρόλογος αυτού που θα συμβεί μέσα σε ένα χρόνο. Οδηγημένοι από το σθένος του αρχηγού Αζίζι και από τα γκολ του δεκαριού Αχμέντ Αβάρντ, γεννημένος στη Σουηδία από Παλαιστίνιους γονείς, οι Πράσινοι παίζουν ένα καταπληκτικό πρωτάθλημα φτάνοντας στις 27 Οκτωβρίου 2017 να παίξει για την άνοδο. Μέσα στο γήπεδό της, με τις κερκίδες γεμάτες και εκείνες τις τρίχρωμες σημαίες με τον ήλιο στο κέντρο να ανεμίζουν ελεύθερες στον κρύο βόρειο άνεμο, υπάρχει μόνο ένα αποτέλεσμα, η νίκη. Είναι ένα ραντεβού με την ιστορία που δεν μπορεί να αναβληθεί. Μια νίκη με την ελάχιστη δυνατή διαφορά είναι αρκετή για να φτάσει στον μέγιστο εθνικό στόχο: το Allsvenskan. Μια κατηγορία, η υψηλότερη, που παίζουν σύλλογοι με περισσότερα από εκατό χρόνια ιστορίας και των οποίων οι ρίζες είναι βαθιά έμφυτες στη Σουηδία, σε εκείνη την Ευρώπη που γνώριζε από κοντά τις εσωτερικές συγκρούσεις και ακόμη δεν φανταζόταν ότι θα γινόταν η γη της επαγγελίας για πολλούς ανθρώπους που ξεφεύγουν από τους πολέμους και τη φτώχεια.
Η περιπέτεια της Ντάλκουρντ στο Allsvenskan διαρκεί μόνο μια σεζόν. Ο σύλλογος που στο μεταξύ, λόγω διαφωνιών με την τοπική διοίκηση, μετακόμισε στην Ουψάλα αλλά παίζει στο κοντινό γήπεδο Γκαβλεβάλεν, κλείνει το πρωτάθλημα στην προτελευταία θέση. Αυτό σημαίνει υποβιβασμός και επιστροφή στο Superettan. Παραμένει μια εφήμερη αλλά μαγευτική εμπειρία, όπως αυτά τα σουηδικά καλοκαίρια που περιγράφονται στις ταινίες του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν. Καλοκαίρια τόσο σύντομα όσο αρκετά μεγάλα για να ονειρεύονται φίλαθλοι που ξεπερνούν τα σύνορα της σκανδιναβικής χερσονήσου.
Συγγραφέας: Francesco Andreose